ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ - ΒΑΣΙΛΗΣ - ΜΗΤΣΟΣ - ΜΙΧΑΛΗΣ
ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ
ΟΙ ΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΑΣ
"Δυο άνθρωποι κάθονται στο καφενείο και πίνουν ρακή. Σε λίγο έρχεται και τρίτος, πιο ύστερα τέταρτος. Ύστερα από μερικά ποτήρια, πέμπουν ένα κοπέλι να φωνάξει τον ερασιτέχνη λυράρη ή μαντολινάρη. Έρχονται κι η παρέα στελιώθηκε. Το γλέντι έχει αρχίσει να ανάβει η διάρκεια του δεν μπορεί να προβλεφθεί, εξαρτάται από τα κέφια, από την αντοχή όλων. Μπορεία να βαστάξει ώρες, μπορεί και μέρες. Σε λίγο αρχίζει γύρος του χωριού από πόρτα σε πόρτα.
Η καντάδα θ'ακολουθήσει απαραίτητα επείδη όλο και κάποιος, απ'αυτούς που γλεντίζουνε, "κάπου πονεί".
Οι σκοποί που παίζονται είναι κύρια τραγουδιστικοί. Κοντυλιές, χυματικοί όπως τσι λένε κι οι σκοποί τση νύχτας που είναι μελωδικοί και παραπονιάρικοι. Η μία μαντινάδα φέρνει την άλλη και λέγονται χιλιάδες, άλλες παλιές γνωστές, άλλες αυτοσχέδιες. Ο καθένας που συμμετέχει ξέρει τις δικές του.Κι η παρέα δυναμώνει ολοένα".
Αυτό το κλίμα επικρατούσε στα χωριά της Κρήτης παλιότερα. Το ίδιο κι απαράλλαχτο στο χωριό μας τ'Αρμανώγεια. Δεν υπήρχε άνθρωπος νέος ή ηλικιωμένος που να μην συμμετέσει σε αυτό το ξεφάντωμα. Κι ήτνα περίσσα όμορφο να παρακολουθείς αυτούς τσ'ανθρώπους να πίνουνε, να παθιάζονται, να γλεντούνε μονιασμένοι έξω από τα προβλήματα της καθημερινότητας.Απερίγραπτα ανθρώπινο να θωρείς το Γέρο ΣΤΑΥΡΑΚΟΜΑΝΩΛΗ να γλεντάμε τα παιδιά και τ'αγγόνια του. Το ΜΙΝΩ με την μεγαλοπρέπεια και την ανποκριτή του σεμνότητανα το ρίχνει έξω για το χατήρι της παρέας. Το ΠΛΟΥΣΣΟ να κανακίζει τη φωνή του, το ΣΤΑΥΡΑΚΟΓΙΑΝΝΗ με τ παθιαρικό του τραγούδι το ΝΙΚΟΛΑ με τα έξυπνα πειράγματα, το ΚΟΚΟΛΗ με το ανεπιτήδευτο παρουσιαστικό του, το πειραχτήρι τον ΜΠΑΡΜΠΑ με τα χωρατά του και το ΠΑΣΠΑΡΟΜΑΝΩΛΗ να παίζει εκείνη την ασύγκριτη λύρα του, τις όρτσες "Φόρτσες εις αφάνταστο σημείο" του λέγανε κι αυτός ζωγράφιζε πραγματικά. Ένα σύνολο ανθρώπων ζωντανό, παθιασμένο, μερακλίδικο, ανθρώπινο. "Απ όπου πηδήξει η Αίγα πηδά και το ρηφάκι" λένε.
Γεννημένοι κι αναθρεμένοι σ'ένα τέτοιο περιβάλλον δεν είχαμε περιθώρια να ασχοληθούμε με τίποτε άλλο τις ελευθερές μας ώρες, μετά το σκολειό ή το χωράφι. Αδελφοπαίδια κι οι τέσσερις που συμμετέχουμε σ'αυτό το δίσκο, διαλέξαμε τους σκοπούς που χαϊδεψαν τρυφερά τ'αυτιά της παιδικής μας ηλικίας και της εφηβείας μας. Ο ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ έμαθε λύρα πάιζοντας σε τέτοιες παρέες και στσι καντάδες που κάναμε οι πια νέοι αργότερα. Ο ΜΙΧΑΛΗΣ καταπιάστηκε με το μαντολίνο που στα δικά μς χωριά έχει πολύ πέραση και η αλήθεια πως τόμαθε αρκετά καλά. Στο δίσκο παίζει και λαούτο.Ο ΒΑΣΙΛΗΣ από μικρός ξεχώρισε για τη φωνή και το μερακλίκι του και το πάθος του για το τραγούδι.
Εγώ εμπλέχτηκα με τσι μαντινάδες. Προσπαθήσαμε όλοι στο μέτρο των δυνατοτήτων του ο καθένας ν'αποδώσουμε αυτές τις μελωδίες όπως εμείς τις αφομοιώσαμε δίνοντας ο καθένας κάτι από τον εαυτό του. Αν το πετύχαμε ή όχι εσείς θα το κρίνετε. Αισθανόμαστε την υποχρέωση ν'αφιερώσουμε αυτό το δίσκο σ'αυτούς που μας μύησαν στην Ιεροτελεστία του γλεντιού της παρέας και της καντάδας, νεκρούς και ζωντανούς. Επίσης στους φίλους, χωριανούς και ξενοχωριανούς που κυλιστήκαμε χάμαι γλεντίζοντας μαζί τους. Κι οπωσδήποτε σ'όλους τσι μερακλήδες κι ερωτευμένους ανθρώπους.
18 Μάρτη 1984
Μήτσος Σταυρακάκης
Υ.Γ. Τα λόγια και το σκοπό του ριζίτικου τάμαθα από το παππού μας το ΣΤΑΥΡΑΚΟΜΑΝΩΛΗ