Αυθεντικές εκτελέσεις 1925-1955
ΜΑΝΩΛΗΣ ΛΑΓΟΥΔΑΚΗΣ (ΛΑΓΟΣ)
CD από τη σειρά "Οι Πρωτομάστορες"
Ο Μανόλης Λαγουδάκης (Λαγός) γεννήθηκε το 1910 στα Περιβόλια του Ρεθύμνου και το πάθος του για την κρητική λύρα το συναντάμε από τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Λένε οι συνομήλικοί του που ζουν ακόμη ότι μαθητής του Δημοτικού Σχολείου είχε καταφέρει να βρει μια μικρή λύρα, στην οποία έπαιζε όποιους σκοπούς άκουγε...
Ο πατέρας του βέβαια δεν έβλεπε με καλό μάτι τη μουσική ευαισθησία του γιου του και έκανε ό,τι μπορούσε να την αποθεραπεύσει πριν γίνει επικίνδυνη (φοβόταν ο άνθρωπος ότι θα πεθάνει στην ψάθα). Δεν τα κατάφερε όμως.
Μια μέρα μάλιστα, αφηγούνται οι συμμαθητές του στο Δημοτικό, που έλειπε ο πατέρας του από τα Περβόλια, τους μάζεψε σε κάποια γωνιά περβολιανής αλάνας και τους έπαιξε το Θούριο του Ελευθερίου Βενιζέλου «Βενιζέλε μας πατέρα της Ελλάδας...», το οποίο ήταν απαγορευμένο, γιατί βρισκόμασταν προφανώς λίγο μετά το 1920.
Αν αξιολογηθούν τα παραπάνω, όπως και η μετέπειτα πορεία του Μανόλη Λαγού, δεν αποτελεί υπερβολή να καταγράψουμε ότι ο εξαίρετος λαϊκός καλλιτέχνης ερωτεύθηκε από τα παιδικά του χρόνια τη λύρα με ένα παθολογικό έρωτα, από τον οποίο δεν λυτρώθηκε ώς το τέλος της ζωής του. Αυτός ο έρωτας ήταν η αφορμή που δεν προχώρησε στα γράμματα ούτε έμαθε ποτέ καμία τέχνη.
Ακόμη και η επιλογή του να καταταγεί στη Χωροφυλακή –την οποία υπηρέτησε για λίγα χρόνια– έγινε ακριβώς επειδή θα είχε ελεύθερο χρόνο να παίζει λύρα.
Η «ερασιτεχνική» του ενασχόληση με τη λύρα τον οδήγησε κατά καιρούς σε διάφορα άλλα επαγγέλματα. Έτσι τον βρίσκουμε, μετά την Κατοχή και μέχρι το 1954, να ασχολείται με την αλιεία, διατηρώντας ένα μικρό «στόλο» από καΐκια και τράτες.
Το 1955, ύστερα από επιμονή των φίλων του, πείθεται και ανοίγει στα Περβόλια μια οικογενειακή ταβέρνα, που κατά τη δεκαετία 1954-1964 άφησε εποχή. Εκεί μαζεύονταν οι φίλοι του από κάθε μεριά της Κρήτης και για χάρη τους έπαιζε λύρα σε γλέντια που, πολλές φορές, κρατούσαν χωρίς διακοπή δυο και τρεις μέρες! Η ταβέρνα όμως δεν φτούρησε επαγγελματικά, γιατί είχε πάντοτε το νου του στη λύρα. Ήξερε ότι οι φίλοι του και πελάτες του πήγαιναν για ν’ ακούσουν τις δοξαριές του κι αυτό του χάριζε ιδιαίτερη ικανοποίηση. Έπιανε λοιπόν το λυράκι του και του έδινε να καταλάβει χωρίς ποτέ να τον ενδιαφέρει αν το όμορφο αυτό πάθος του το πλήρωνε την επόμενη με άδειο το συρτάρι που είχε στο «τεζάκι» του.
Και μη σκεφτείτε ποτέ ότι μπορεί να μην εισέπραττε το μαγαζί αλλά στοιβάζονταν τα χαρτονομίσματα στα γόνατα και στα πόδια του. Τα χρήματα τον πρόσβαλλαν. Ένιωθε να τραυματίζουν το καλλιτεχνικό του μεράκι και την προσωπική του αξιοπρέπεια.
Οι Περβολιανοί και όσοι τον γνώριζαν λένε ότι όποιος άλλος στη θέση του θα είχε θησαυρίσει από τον κόσμο που πήγαινε στην ταβέρνα του για να τον ακούσει. Εκείνος όμως ξεκίνησε φτωχός την καθυστερημένη επαγγελματική του σταδιοδρομία και τα κατάφερε να τερματίσει το ίδιο φτωχός, αλλά με αξιοπρέπεια και αρχοντιά.
Στη δισκογραφία ο Μανόλης Λαγός εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1938, με τελευταία ηχογράφησή του γύρω στο 1955. Το δισκογραφικό του έργο δεν είναι μεγάλο σε έκταση, αλλά είναι τεράστιο σε ποιότητα και λάμψη. Από τις πιο χαρακτηριστικές μελωδίες του είναι εκείνη που είναι αφιερωμένη στο συνοικισμό του:
Περβόλια μου με τ’ άνθη σου, με τσι γαρεφαλιές σου
και με το περιγιάλι σου και με τσι κοπελιές σου.
Ανάμεσα στο 1938 και το 1955 ηχογράφησε πάνω από είκοσι τραγούδια, σε συνεργασία πάντα με το λαούτο και τη ρωμαλέα φωνή του Γιάννη Μπερνιδάκη (Μπαξεβάνη), με τον οποίο, όπως διηγούνται οι φίλοι του, τον συνέδεε μια βαθειά φιλία, αλλά συγχρόνως ταίριαζαν και ως χαρακτήρες και ως παίξιμο.
Οι παλιοί Περβολιανοί θυμούνται συχνά το χωριανό τους καλλιτέχνη να κλείνεται πολλά βράδυα με τον Μπαξεβάνη στην ταβέρνα και να παίζουν μόνο για τους εαυτούς τους, για να θρέψουν τους καλλιτεχνικούς δαίμονες –έτσι έλεγαν– που φώλιαζαν μέσα τους. Ακόμη, ο Λαγός έβαζε ένα χτένι στις χορδές της λύρας του, γιατί πίστευε ότι μ’ αυτό χαμηλώνουν οι τόνοι και γίνονται γλυκύτεροι. Όσοι έτυχε ν’ ακούσουν τους δύο καλλιτέχνες σε αυτές τις προσωπικές τους ώρες λένε ότι άκουγαν αγγελικές μελωδίες!
Τα τραγούδια του Μανόλη Λαγού που γράφτηκαν με τη συνεργασία του Μπαξεβάνη έμειναν ανεπανάληπτα και κλασικά στην ιστορία της κρητικής μουσικής παράδοσης και ξεχωρίζουν για την άψογη και μερακλίδικη εκτέλεσή τους και την ομορφιά των στίχων τους. Αξίζει να σημειωθεί η σπουδαία εκτέλεση του τραγουδιού «Τη μάνα μου την αγαπώ» από την εξαίρετη και ανεπανάληπτη φωνή της Λαυρεντίας Μπερνιδάκη (αδελφής του Μπαξεβάνη), που είναι η πρώτη Κρητικιά που τραγούδησε σε δίσκο.
Τα παρακάτω δύο περιστατικά από τη ζωή του Περβολιανού λυράρη μιλούν από μόνα τους για την προσωπικότητά του:
Κάποτε έσμιξαν πέντε μερακλήδες του Ρεθύμνου, ο Γ. Ψυρρής, ο Σταμάτης Παπαδάκης, ο Σταγουρογιάννης, ο Γιάννης Μπερνιδάκης και ο Μανόλης Λαγός, και πήγαν στην Αίγυπτο, όπου τους είχε προσκαλέσει ο Πολιτιστικός Σύλλογος των ομογενών. Εκεί έμειναν αρκετές μέρες και κυριολεκτικά ξεσήκωσαν τους ομογενείς με τη λύρα, το χορό και τα τραγούδια τους. Έπειτα από αυτές τις πετυχημένες εμφανίσεις έπεσαν βροχή οι προτάσεις του κέντρου ψυχαγωγίας για να εμφανιστούν με πολύ ακριβό κασέ. Ούτε που το συζήτησαν. Επέστρεψαν από την Αίγυπτο με μόνη αντιπαροχή κάποιες φωτογραφίες με τους ομογενείς και τη γνωριμία μιας ξένης χώρας. Την ευκαιρία να γυρίσουν με πολλά λεφτά την περιφρόνησαν.
Κάτι ανάλογο συνέβη με την πρόταση που έστειλε πλούσιος ομογενής από την Αμερική στο Μανόλη Λαγό. Τη συνόδευε με ένα πολύ ενδιαφέρον συμβόλαιο. Που μεταφραζόταν σε πολυψήφιο αριθμό δολλαρίων. Η απάντηση ήταν όχι• δεν παίζω για τα λεφτά.
Μετά το 1964 ο Μανόλης Λαγός εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Αθήνα και άνοιξε ζαχαροπλαστείο στο Φάληρο. Ήταν παντρεμένος με την Άννα Σταγάκη (την έκλεψε), με την οποία απέκτησε τέσσερις κόρες, που αποκαταστάθηκαν και έμειναν στην Αθήνα. Η κόρη του Φιλίππα, η τρίτη στη σειρά, εξομολογήθηκε με πολλή συγκίνηση:
«Ο πατέρας μου ήταν πάνω απ’ όλα άνθρωπος αξιοπρεπής, αισθηματίας και άρχοντας. Τον λατρεύαμε όλες μας. Ήταν τόσο καλός πατέρας και οικογενειάρχης, που πολλές φορές αναρωτιόμαστε αν υπήρχε δεύτερος! Όμως πιο πολύ από μας αγαπούσε με πάθος τη λύρα του. Σ’ αυτήν αφιέρωνε κάθε ελεύθερο χρόνο του. Μαζί της ήταν κυριολεκτικά ευτυχισμένος, χωρίς όμως να παραμελεί την οικογένειά του... Ο θάνατός του μας συγκλόνισε. Τη μητέρα μου τη συνέτριψε κυριολεκτικά.
Τίτλοι:
1. Τη μάνα μου την αγαπώ
2. Περβολιανός συρτός
3. Δακρύζω με παράπονο
4. Μα'γω 'μαι ο περβολάρης σου
5. Τάσω σου Παναγία μου
6. Τρώτε και πίνετε άρχοντες
7. Ούλοι αγαπούν και χαίρονται
8. Ποτέ μου να μην πιω κρασί
9. Διπλά θα πάρω τα βουνά
10. Σφακιανός συρτός
11. Μέσα στου κόσμου τσι χαρές
12. Αγιοβασιλιώτικη σούστα
Έρευνα, καταγραφή, επιμέλεια: Στέλιος Αεράκης